"Όταν τη συνάντησα της έδειξα συμφωνίες και σονάτες μου με το κιλό. Άρχισε να τις διαβάζει και ξαφνικά είπε το εξής φρικτό: "Είναι πολύ καλογραμμένα". Και σταμάτησε, βάζοντας μια μεγάλη τελεία, τεράστια σαν μπάλα ποδοσφαίρου.
Μετά από λίγο είπε: “Εδώ είσαι σαν τον Στραβίνσκι, σαν τον Μπάρτοκ, σαν τον Ραβέλ, αλλά ξέρεις τι; Δεν βρίσκω τον Πιατσόλα εδώ πέρα.” Κι άρχισε να διερευνά την προσωπική μου ζωή: τι έκανα, τι έπαιζα και τι δεν έπαιζα, αν ήμουν εργένης ή με κάποιον, ήταν σαν πράκτορας του FBI! Και της είπα με ντροπή ότι ήμουν μουσικός του τάνγκο. Στο τέλος της είπα, "Παίζω σε νυχτερινό κέντρο". Δεν ήθελα να πω καμπαρέ. Κι εκείνη απάντησε, "Νυχτερινό κέντρο, ναι, δηλαδή καμπαρέ, δεν είναι;" "Ναι," απάντησα, και σκέφτηκα, "Θα τη χτυπήσω αυτή τη γυναίκα μ' ένα ραδιόφωνο στο κεφάλι..." Δεν ήταν εύκολο να της πει ψέματα κάποιος.
Συνέχισε να ρωτάει: "Λες ότι δεν είσαι πιανίστας. Τι όργανο παίζεις τότε;" Και δεν ήθελα να της πω ότι έπαιζα μπαντονεόν γιατί σκέφτηκα ότι θα με ρίξει κάτω από τον τέταρτο όροφο. Τελικά ομολόγησα και μου ζήτησε να της παίξω λίγα μέτρα από κάποιο δικό μου τάνγκο. Άνοιξε ξαφνικά τα μάτια, μου άρπαξε το χέρι και είπε: "Βρε χαζέ, αυτός είναι ο Πιατσόλα!" Και πήρα όλη τη μουσική που είχα συνθέσει, δέκα χρόνια της ζωής μου, και την έστειλα στον διάολο μέσα σε δύο δευτερόλεπτα".
Κάπως έτσι ξεκίνησε αυτή η απερίγραπτη ιδιοφυία, συνομιλώντας με την Γαλλίδα συνθέτρια και μαέστρο Nadia Boulanger.
Παίρνοντας την μουσική των «μεγάλων» από τις αίθουσες με τις βελούδινες επενδύσεις και ριχνοντάς την στα πεζοδρόμια του Μπουένος Άιρες να χορεύει στους ρυθμούς του, απελευθερωμένος από τις κριτικές και από την συντηρητική κυβέρνηση της πατρίδας του, μίλησε στις νέες γενιές και έκανε δημοφιλείς μουσικούς και ακροατές τζαζ σε όλο τον κόσμο να πιαστούν τελικά στο δίχτυ του tango nuevo, έναν ιδιαίτερο συνδυασμό του ύφους και του ρυθμού του αργεντίνικου τάνγκο, της κλασικής μουσικής, της τζαζ και της αρμονίας του 20ου αιώνα .
Το tango nuevo του Πιατσόλα ξεχώριζε από το παραδοσιακό, λόγω της ενσωμάτωσης στοιχείων τζαζ, της χρήσης περίπλοκων συγχορδιών και διφωνιών, της χρήσης αντίστιξης, και των μακρών συνθετικών μορφών. Ο Πιατσόλα εισήγαγε επίσης μουσικά όργανα που δεν χρησιμοποιούνταν στο παραδοσιακό τάνγκο, όπως το φλάουτο, το σαξόφωνο, την ηλεκτρική κιθάρα, το βιμπράφωνο, ακόμα και ντραμς.
Το ρητό "στην Αργεντινή όλα μπορούν να αλλάξουν — εκτός από το τανγκό" δείχνει λίγο την αντίσταση που συνάντησε ο Πιατσόλα στην πατρίδα του. Όμως η μουσική του έτυχε αποδοχής στην Ευρώπη και τη Βόρεια Αμερική, και τις διασκευές του υποδέχθηκαν με χαρά κάποια φιλελεύθερα τμήματα της αργεντίνικης κοινωνίας, τα οποία προωθούσαν πολιτικές αλλαγές παράλληλα με τη μουσική του επανάσταση.
Η μουσική του συνόψισε την ένταση της σύγχρονης ζωής με την τήξη της φολκλορικής ομορφιάς και σφυρηλάτησε ένα νέο είδος που προκάλεσε ακόμα και τον πιο προσκολλημένο στις παραδόσεις ακροατή.
Έργα όπως το "Concierto para Bandoneón, Orquesta, Cuerdas y Percusión", το "Doble-Concierto para Bandoneón y Guitarra", το "Tres Tangos Sinfónicos" και το "Concierto de Nácar para 9 Tanguistas y Orquesta", είναι μερικοί από τους «φόρους» που κάποιος θα μπορούσε να πληρώσει στην διάρκεια μιας ζωής γεμάτης καλλιτεχνική τόλμη, μόνο που ο Gran Ástor τους πληρώνει και με το παραπάνω ακόμα και μετά θάνατον.
Luna γιατί όσο κι αν προσπαθώ να τα βάλω με τις μουσικές μου εμμονές, με κάποιες όπως αυτό το αριστούργημα, συνειδητοποιώ ότι απλά, δεν χρειάζεται.